- φασολάδα
- και φασουλάδα, η, Νείδος φαγητού, σούπα με ξηρά φασόλια.[ΕΤΥΜΟΛ. < φασόλι / φασούλι + κατάλ. -άδα (πρβλ. πορτοκαλ-άδα)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
φασολάδα — φασολάδα, η και φασουλάδα, η σούπα που γίνεται με τους ξερούς καρπούς της φασολιάς … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Fasolada — or fasoulada (φασολάδα or φασουλάδα, sometimes written fassolada or fassoulada) is a Greek soup of dry white beans, olive oil, and vegetables, sometimes called the national food of the Greeks . [Λεξικό της κοινής Νεοελληνικής, 1998] The Arabic… … Wikipedia
Fasolada — Saltar a navegación, búsqueda Fasolada La Fasolada o fasoulada (φασολάδα or φασουλάδα, a veces escrito como fassolada o fassoulada) es una sopa de la cocina griega elaborada con habas, aceite de oliva, y diferentes verduras, a veces se denomina… … Wikipedia Español
στουμπώνω — Ν [στούμπος] 1. γεμίζω υπερβολικά κάτι με υλικά που μπορούν να συμπιεστούν («στούμπωσα τον σάκο με ρούχα») 2. (σχετικά με σωλήνα ή οχετό) προκαλώ απόφραξη ρίχνοντας υλικά που δεν διαρρέουν («τόν στούμπωσες τον νεροχύτη») 3. αποφράσσομαι, βουλλώνω … Dictionary of Greek
φασουλάδα — η, Ν βλ. φασολάδα … Dictionary of Greek
Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… … Dictionary of Greek
αχύλωτος — η, ο αυτός που δε χύλωσε: Η φασολάδα σήμερα είναι αχύλωτη … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
φασουλάδα — η βλ. φασολάδα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)